Labels

Tuesday, November 15, 2011

Οι τρεις ληστές, Ungerer Tomi, παραμύθι - εκδ. Άγρα




Τίτλος:Οι τρεις ληστές
Σειρά Εκδότη:Καλυψώ
ISBN:978-960-325-717-2
Εκδότης:Αγρα
Τιμή Εκδότη:11,15 €
Έτος Έκδοσης:2007
Μήνας Έκδοσης:Δεκέμβριος
Δέσιμο:Σκληρό
Σελίδες:36
Διαστάσεις:29x21
Βάρος(Kg):0.374
Συντελεστές Βιβλίου:Ungerer, Tomi (συγγραφέας)
Καλιφατίδης, Γιάννης (μεταφραστής)
Ungerer, Tomi (εικονογράφος)





Αυτά είναι τα βιογραφικά στοιχεία του βιβλίου για το οποίο θα σας γράψω τώρα.


Αρκεί ένας καλός υπάλληλος βιβλιοπωλείου που κάνοντας καλά τη δουλειά του ξεθάβει από τα σκοτεινά ράφια ένα λησμονημένο βιβλίο - διαμάντι, και η φιλαναγνωσία ενός ανθρώπου, εν προκειμένω η δική μου, που θέλει να διαβάζει ό, τι χτυπά την πόρτα της καρδιάς του και ύστερα να μοιράζεται τη χαρά, τον ενθουσιασμό και τη συγκίνηση.


Με ξάφνιασε ο τίτλος, πολύ περισσότερο η εικονογράφηση. Ήταν το τελευταίο παραμύθι που θα διάβαζα σήμερα στη στάση που έκανα για να ζεσταθώ λίγο από το βαρύ και υγρό κρύο της Θεσσαλονίκης, στον Ιανό της Αριστοτέλους ΜΟΥ. Ξεχώρισα και άλλα δύο για τα οποία θα γράψω, αλλά ξεκινώ απ' αυτό που πήρε μέσα μου αδιαμφισβήτητα το χρυσό μετάλλιο...


Είχα καιρό να ζηλέψω μία γραφή, κι εγώ πρέπει οπωσδήποτε να ζηλεύω, αλλιώς δεν μπορώ, στεναχωριέμαι. Μιλώ γι' αυτήν την ωραία, δημιουργική ζήλεια, που με πλημμυρίζει θαυμασμό. Που παραδέχεται πλήρης χαράς πως, ναι, αυτός ο συγγραφέας είναι σπουδαίος, είναι πολύ καλύτερος από μένα, θέλω να γίνω σαν κι αυτόν, να του μοιάσω, να μπορέσω κάποτε να γράψω κι εγώ κάτι ανάλογο. Μέχρι πριν από λίγο καιρό ζήλευα τον Σιλβερστάιν, συνέβη όμως πρόσφατα να γράψω κάτι που τον πλησίασε πολύ, -δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα και ίσως αργήσει, δεν έχει σημασία. Μέσα μου το ξέρω και όταν το έγραψα, από τη μια χάρηκα κι απ' την άλλη λυπήθηκα γιατί δεν είχα τώρα άλλο πρότυπο. Απ' την άλλη, το τελευταίο του βιβλίο "Λοφκάντιο: το λιοντάρι που ήξερε να πυροβολεί" με απογοήτευσε, αλλά κι αυτό ανθρώπινο είναι, συμβαίνει σε όλους. Σήμερα όμως βρήκα τον Tomi, κι έτσι, έχω μεγάλη χαρά που έχω πάλι δρόμο μπροστά μου και πολλή δουλειά!


Οι τρεις ληστές, είναι ένα εντελώς απροσδόκητο παραμύθι. Πρώτο χάρισμα. Ξεκινώντας το δεν πάει με τίποτα ο νους σου πού θα καταλήξει αυτή η ιστορία. Ο λόγος του Tomi είναι αυτός που αξίζει σ' ένα σπουδαίο παραμύθι: μετρημένος, λιτός, σαφής, αστόλιστος. Ειπώνεται μόνον το απολύτως αναγκαίο. Δεύτερο χάρισμα. Η εικονογράφηση είναι επίσης αφαιρετική, ευφάνταστη, απροσδόκητη, απολύτως ταιριαστή, του ίδιου του στυγγραφέα. Τρίτο προσόν του βιβλίου. Αυτά τα τρία ήδη είναι πολλά, δεν τα συναντούμε εύκολα στα παιδικά βιβλία, μάλλον δε πολύ δύσκολα...


Το τέταρτο προσόν όμως είναι που κάνει το βιβλίο απολύτως μοναδικό και είναι αυτό που κυρίως ζήλεψα με μεγάλη μου χαρά. Είναι η καλά κρυμμένη βαθιά σκέψη, πηγή κατανόησης των πιο σκοτεινών και φωτεινών γωνιών της ανθρώπινης ψυχής, για τις οποίες δεν μπορείς ποτέ να μιλήσεις με βεβαιότητα. Είναι μια σκέψη βγαλμένη ταυτόχρονα από μια γενναιόδωρη καρδιά που δε φοβάται να ομολογήσει, -κάτω από τις λέξεις που ήσυχα διατυπώνει-, πως συχνά οι άνθρωποι κάνουν το κακό μόνο και μόνο επειδή έτυχε ή από συνήθεια, χωρίς να έχουν επίγνωση του τι κάνουν. Αρκεί κάτι ελάχιστο να ανατρέψει το κακό σε καλό και δεν έχουν κανένα πρόβλημα να το ακολουθήσουν.


Οι τρεις ληστές κλέβουν, ρημάζουν συσσωρεύουν πλούτη στον πύργο τους, είναι ο φόβος και ο τρόμος των ανθρώπων. Κάποια στιγμή ορμούν πάνω σε μια άμαξα η οπόια όμως δεν μεταφέρει πλούσιους ή σεντούκια φορτωμένα θησαυρούς, παρά μόνο ένα ορφανό κορίτσι με τη θεία του -δε θυμάμαι αυτή  που είναι γριά και παράξενη και το παιδί δε θέλει να μείνει μαζί της. Μιας και οι ληστές δε βρίσκουν τίποτε άλλο να κλέψουν, κλέβουν τη μικρή, η οποία είναι τριευτυχισμένη που γλίτωσε. Με το που φτάνουν στο κρυσφύγετό τους τη βάζουν να κοιμηθεί σ' ένα μαλακό κρεβάτι. Το πρωί η Τύφφανυ βλέπει τους θησαυρούς τους και γεμάτη θαυμασμό τους ρωτά: και τι θα τα κάνετε όλα αυτά; Μένουν κεραυνόπληκτοι οι τρεις ληστές γιατί αυτό ήταν κάτι που ποτέ δε σκέφτηκαν... Βλέποντας πόσο ευτυχισμένο είναι το κοριτσάκι κοντά τους αρχίζουν να υποδέχονται κι άλλα ορφανά που από τη στιγμή που πληθαίνουν τοι ληστές αγοράζουν έναν καινούριο πύργο να τα χωράει μέσα... Τα ορφανά, λέει το παραμύθι, φεύγουν από τον πύργο μόνο όταν παντρεύονται και τότε χτίζουν έξω απ' αυτόν το δικό τους σπίτι. Με τον καιρό φτιάχντεται έτσι μια πόλη γύρω από τον πύργο και μετά από χρόνια αυτά τα "μεγάλα παιδιά" χτίζουν τρεις πύργους για να μην ξεχάσουν ποτέ τους τρεις καλόκαρδους ληστές...


Σημειώστε παρακαλώ πως η περίληψή μου είναι φλύαρη και αρκούντως άτεχνη μπροστά στο κείμενο του παραμυθιού. Πρόκειται για ένα αριστούργημα!





























No comments:

Post a Comment

Σχόλια