Labels

Wednesday, April 7, 2010

Μικροσεισμοί...



Σιγά σιγά αρχίζουν και πάλι να τίθενται ερωτήματα ξεχασμένα από καιρό. Απ' την αρχή αναρωτιόμαστε για ερωτήματα που τα νομίζαμε απαντημένα. Ένας σεισμός είναι αρκετός για να μας αφυπνίσει, ένα χαστούκι για να μας συνεφέρει, ένας πόνος να μας θυμίσει πως ακόμα στις φλέβες μας τρέχει και αίμα, εκτός από νερό.

Αφορμή γι' αυτό το κείμενο ο χθεσινός σεισμός, ο δεύτερος μετά τον προχθεσινό, στη Θεσσαλονίκη. Άπειρες άλλες μικροαφορμές όπου πέσει το μάτι, σ' ό,τι αρπάξει το αφτί, όπου σταθώ κι όπου βρεθώ.

Θα ξεκινήσω από το αίσθημα που μου προκάλεσε ο μικρός, αλλά αισθητός σεισμός, το μεσημέρι. Μάλιστα, είπα ως ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι για τη μεσημεριανή μου σιέστα... Μάλιστα, να λοιπόν το μέτρο των ανθρωπίνων πραγμάτων... Γίνεται ένας σεισμός και συναισθάνεσαι την αδυναμία σου, με τι μπορείς να τα βάλεις και με τι όχι. Όλα αποκτούν αίφνης μια άλλη βαρύτητα, ζυγίζονται διαφορετικά στο καντάρι των δυνάμεων που δεν μπορούμε να παλέψουμε, που δεν ελέγχουμε, που είναι ολότελα πέρα από εμάς.

Ακριβώς όπως συμβαίνει μπροστά στο μέγα γεγονός του θανάτου, που λίγο παραπάνω αν τον είχαμε στο νου μας, αλλιώς θα πορευόμασταν και αλλιώς θα αξιολογούσαμε την κάθε μας στιγμή, την κάθε σχέση μας, αλλά και σκέψη μας. Γιατί ο άνθρωπος θέλει πολύ λίγο για να πιστέψει πως είναι αήττητος, μέγας, πανίσχυρος. Θέλει πάρα πολύ λίγο, μια στάλα ευμάρειας, μια βολεμένη σχέση, λίγα παραπανίσια αγαθά για να αισθανθεί υπεροχή έναντι αυτών που έχουν λιγότερα, ζήλια για όσους έχουν περισσότερα, μίσος γι' αυτούς που τον επιβουλεύονται. Θέλει τόσο λίγο που του αρκεί ένας τόσος δα μικρός σεισμός για να τον φέρει στα συγκαλά του. Αρκεί μια οικονομική κρίση για να τον κάνει να χάσει το χαμόγελό του, να κλονίσει τη βολεμένη σχέση του, να τον αφηνιάσει μετατρέποντάς τον από φιλήσυχο πολίτη σε αιμοβόρο κτήνος.

Όλα κρέμονται από μία κλωστή. Το από τι υλικό είναι φτιαγμένη αυτή θα σηματοδοτήσει και το σε τι θα μεταφραστεί ο κάθε της κλυδωνισμός, πού θα μας συμπαρασύρει ή πού θα μας γκρεμοτσακίσει.

Ποιος όμως μας υποσχέθηκε πως η ζωή είναι ανώδυνη, πως ο θάνατος και η αρρώστια αφορούν μόνον τους άλλους, πως είμαστε προορισμένοι μόνον για επιτυχίες; Με ποιον υπογράψαμε συμβόλαιο καλοπέρασης και από πού κι ως πού οι όποιες δυσκολίες οδηγούν απευθείας στην απελπισία; Από πότε ο πόνος μεταφράζεται ασυζητητί σε στεναχώρια, και ποιος μπορεί να καυχηθεί πως γνωρίζει το σχέδιο της ζωής του, παρελθοντικής, παροντικής, ενδεχομένως και μελλοντικής;

Είναι μάλιστα κάποιος σε θέση να οδηγήσει κάποιον άλλον; Μπορεί κάποιος εκτός από την ευθύνη του εαυτού του να αναλάβει και την ευθύνη έστω ενός επιπλέον ανθρώπου; Δε μιλώ για κράτη και πολιτικές. Για ανθρώπινες υπάρξεις που πορεύονται μιλώ.

Πολλά τα ερωτήματα που έθεσα και θα μπορούσα να θέσω πολλά περισσότερα, αλλά δεν το βρίσκω σκόπιμο. Διακρίνω γύρω μου μια συντονισμένη προσπάθεια τρομοκρατίας, εκφοβισμού και άκρατης φιλαρέσκειας μέσα του, τάσεις απελπισίας και μιζέριας που σαν μεταδοτικοί νόσοι μεταδίδονται από τον έναν στον άλλον και μάλιστα με έναν τρόπο αυτονόητο έως κολακευτικό. Και ενίσταμαι.

Όσο και αν σοκάρω, ενίσταμαι ευθαρσώς. Το ότι υπάρχουν δικαιολογημένες ανησυχίες, ανατροπές σταθερών που μας κλυδωνίζουν και ανακατατάξεις δεδομένων, δε σημαίνει πως είναι και αποδεκτή όλη αυτή η παλλίροια της απόγνωσης.

Επιτρέψτε μου να διατηρώ μία διαφορετική στάση. Πάντοτε πίστευα και σήμερα περισσότερο από ποτέ πιστεύω πως ένας άνθρωπος μπορεί να αλλάξει τον κόσμο αν αλλάξει πρώτα τον εαυτό του. Δεν πιστεύω κανέναν από όλους αυτούς που θέλουν ν' αλλάξουν τον κόσμο για να τον κάνουν σαν τον εαυτό τους. Δεν πιστεύω στα μεγάλα λόγια, στις υποσχέσεις, στα φιλόδοξα σχέδια. Δεν πιστεύω ούτε στην τρομοκρατία, ούτε στους εκφοβισμούς, ούτε στη φιληδονία του πόνου.  Δεν πιστεύω πως ο κόσμος χωρίζεται σε πιστούς και απίστους, αλλά σε φανατικούς και σκεπτόμενους. Μήπως, λοιπόν, αψήλωσε ο νους μας;

Αντί να κρίνει ο ένας τον άλλον, αντί να θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο απ' τον άλλον, αντί να εφευρίσκει τις διαφορές που τον οδηγούν σε αίσθημα πλεονεξίας ή μειονεξίας, αντί να λοιδωρεί, να ειρωνεύέται, να κομπάζει ή να χαιρεκακεί, μπορεί μήπως να κάνει τη δουλειά του όσο καλύτερα γίνεται;

Έτσι κι αλλιώς άλλους αφήνουμε και μ' άλλους προχωράμε. Άλλους αποφεύγουμε και μ' άλλους ταυτιζόμαστε. Στο τέλος πάντα μόνοι με την ψυχή μας μένουμε κι αυτήν θα αντιμετωπίσουμε. Προσωπικά επιζητώ να εμπιστεύομαι στη ζωή και σε όσα μου φέρνει. Να την εναποθέτω στον Θεό, μιας και τον αγαπώ και δεν γνωρίζω περισσότερα απ' τον Ίδιο. Μπορεί συχνά να ολιγοψυχώ και τα λησμονώ όλα αυτά, όμως αυτά επιζητώ. Θέλω να βλέπω τη ζωή σαν ένα μονοπάρι που κρύβει μεγάλη ομορφιά, αρκεί να την αναζητήσεις. Μια ομορφιά ακόμη και μέσα στον πόνο. Ένα μονοπάτι που εν τέλει αλλού οδηγεί.

Καλό είναι να έχουμε και να τρώμε και να πίνουμε και να μορφωνόμαστε και όλα. Αλλά δεν είναι μόνον αυτά, και κυρίως δεν είναι αυτά που μας κάνουν ανθρώπους. Γι' αυτό οι πρόσφυγες είναι πιο άνθρωποι από εμάς. Γι' αυτό οι φτωχοί είναι πιο ελεήμονες. Γι' αυτό οι αιχμάλωτοι είναι πιο αλληλέγγυοι. ΓΙ' αυτό μέσα στα ψυχιατρεία συναντάς τις πλέον τρυφερές ψυχές, στα καρκινολογικά τμήματα των νοσοκομείων τα φωτεινότερα χαμόγελα.

Όσοι νομίζουν πως κινούμαι στην Ουτοπία, ας κάνουν μια βόλτα σ' αυτούς τους χώρους. Κανείς δε θα ευχόταν να υπάρχει πόνος, αρρώστεια, ανέχεια, θάνατος. Όμως και ποιος μπορεί να αμφισβητήσει πως μέσα σ' αυτές τις συνθήκες τα πρόσωπα φωτίζονται μ' ένα διαφορετικό φως, έχοντας μια άλλη χαρά και χάρη;

Σκέψεις είναι, ερωτήματα, ίσως μικροσεισμοί που απευθύνονται καταρχάς στον εαυτό μου και μετά προς όλους εσάς... 


No comments:

Post a Comment

Σχόλια