Labels

Monday, March 15, 2010

Ασκήσεις εδάφους (άσκηση 33η: Το μεταίχμιο της ζωής μου)


Στέγνωσαν τα πλυμμένα ρούχα. Κάθομαι στο διθέσιο και διπλώνω όσα θα μπουν κατευθείαν στα συρτάρια και κάνω μια άλλη στίβα αυτά που θα σιδερωρούν. Με ξεχωριστή αφοσίωση ταιριάζω στο τέλος τις κάλτσες. Προσέχω τα μεγέθη, τα χρώματα, τρία διαφορετικά ροζ δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να τα μπερδέψω. Κάποτε τις άφηνα όπως όπως να τις πάρουν μόνα τους τα παιδιά. Δεν έμπαινα στον κόπο να ασχοληθώ και με τις κάλτσες τους.  Τώρα που τα παιδιά γίναν κοπέλες ολόκληρες και ξέρω πως ήδη άρχισαν να φεύγουν και να παίρνουν τον δρόμο τους, απολαμβάνω τη διαδικασία του ταιριάσματος που παλιότερα ήταν για μένα αγγαρεία. Πόσο ακόμα θα μπορώ να τα φροντίζω; Μάλον, για πολύ λίγο ακόμα.

Έπρεπε να φτάσω σ' αυτό "το πολύ λίγο ακόμα" για να καταλάβω την αξία και το νόημα αυτών των απλών καθημερινών κινήσεων στις οποίες αφιέρωσα είκοσι χρόνια της ζωής μου, συνήθως ανεπαρκώς και ημιτελώς. Τώρα σιδερώνω και τα εσώρουχα και τις πυτζάμες τους κι ας με μαλώνουν πως άδικα κουράζομαι και πως είναι περιττό. Ήδη τα τελευταία πέντε χρόνια καθώς οι ανάγκες της φροντίδας των κοριτσιών μειώθηκαν, στην προσπάθειά μου να αναπληρώσω το κενό, γέμισα δυο μπαλκόνια με περισσότερες από σαράντα γλάστρες που θα με έχουν ανάγκη. Εγώ, που παλιότερα ό,τι πράσινο έμπαινε στο σπίτι πέθαινε μέσα σε μία εβδομάδα γιατί το ξεχνούσα. Τις τελευταίες μέρες περνώντας έξω από ανθοπωλεία και φυτώρια τρέχουν τα σάλια  μου -όπως όταν ήμουν μικρή μπροστά στις σοκολάτες-, βλέποντας τα μικρά πολύχρωμα λουλούδια που περιμένω πώς και πώς να ανοίξει λίγο ακόμα ο καιρός για να τα φυτέψω στις ζαρντινιέρες μου.


Βράδιασε η Κυριακή και όλοι λείπουν. Άδειο το σπίτι. Σπάνιο φαινόμενο. Λέω άδειο και όχι ήσυχο, γιατί συνήθως είναι ήσυχο, αλλά γεμάτο με μια ησυχία γεμάτη παρουσίες των μελών της οικογένειας, δημιουργικές ανάσες που κάθεμιά κάθεται στο δωμάτιό της και εργάζεται πολλές ώρες τη μέρα.

Σήμερα όμως είναι άδειο όπως το σπίτι των γονιών μου που αφού μεγάλωσαν με κόπους και βάσανα πέντε παιδιά, έμειναν μόνοι καθώς φτερούγισαν όλα μακριά τους. Μέσα σ' έναν χρόνο παντρευτήκαμε οι τρεις πρώτοι. Θυμάμαι τη μάνα μου να λέει: "Νόμιζα κι εγώ πως είχα πολλά παιδιά. Τι είχα; Έναν καναπέ παιδιά. Τι ήταν να κάνω άλλον ένα;" Μιλούσε για τον καναπέ της κουζίνας όπου ακόμα κι όταν μεγαλώσαμε μας χωρούσε όλους τον έναν καθισμένο πλάι στον άλλον.  Τότε γελούσα και περιέπαιζα τη λύπη της. Δεν καταλάβαινα. Αλλά, όπως λέει και η παροιμία, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.

Δεν κάνεις βέβαια παιδιά για να έχεις συντροφιά. Τίποτα μάλλον δεν θα έπρεπε να κάνεις για να... Αν σου δοθούν τα παιδιά σου δίνονται, και τα θέλεις γιατί έτσι ολοκληρώνεται ένας κύκλος ζωής, μια αγάπη, μια σχέση. Από την πρώτη στιγμή ξέρεις πως έρχονται για να φύγουν και προσπαθείς, όσο μπορείς, να δυναμώσεις τα φτερά τους και να τα προστατέψεις από τους κινδύνους, ώστε μια μέρα να πετάξουν ψηλά, όσο πιο ψηλά γίνεται.

Μα σήμερα είναι άδειο το σπίτι. Πιο άδειο κι απ' το σπίτι των γονιών μου που κάθονται οι δυο τους παρέα. Είμαι τελείως μόνη. Μόνη από τις παρουσίες των ανθρώπων μου, όχι όμως και από τις αόρατες παρουσίες που ποτέ δεν εγκαταλείπουν το σπίτι και ποτέ κανέναν μας. Κι όμως πρέπει να αγαπήσω το σπίτι κι έτσι όπως είναι τώρα ακριβώς. Γι' αυτό γράφω. Το γράψιμο για μένα είναι μια προσπάθεια αγάπης. Τώρα έχω να αγαπήσω το κενό. Το άδειο.  Κι ακόμα, πρέπει να αγαπήσω και την επιστροφή. Γιατί μέχρι τώρα αγαπώ να φεύγω, αγαπώ να μένω, αλλά δεν αγαπώ καθόλου να επιστρέφω. Και μετά από το ταξίδι μου στη Βαρκελώνη, όπως μετά από κάθε ωραίο ταξίδι, μια λύπη κατακάθεται στο φλυτζάνι της ψυχής μου που παίρνει λίγες μέρες για να φύγει. Δεν έμαθα ακόμα να επιστρέφω. Δεν έμαθα να αποχαιρετώ. Καθόλου δεν έχω μάθει να μένω τελείως μόνη κι ας το ονειρεύτηκα πάμπολλες φορές σαν το πιο γλυκό αλλά συνάμα και το πλέον απατηλό όνειρο.

Πού θα πάει όμως; Θα τα μάθω κι αυτά, γιατί φαίνεται πως μέχρι να φύγουμε απ' αυτή τη ζωή θα πρέπει όλα να τα μάθουμε και να τα αγαπήσουμε όλα.

Σ' ένα ηλικιακό μεταίχμιο της ζωής μου, αυτής των σαράντα δύο χρόνων που είμαι σήμερα, πολλά αλλάζουν κι εγώ ίσως πιο γρήγορα απ' όλα. Αποχαιρετώ μαι δουλειά που έκανα για δεκαπέντε χρόνια, ένα όνομα που μέχρι πρότινος ήταν το υποκοριστικό του βαφτιστικού μου, δυο παιδιά που ενηλικιώνονται. Αποχαιρετώ την ασφάλεια και τις φαντασιώσεις της, τη φροντίδα και την κτητικότητά της, την ανταπόδοση και μαζί την αυταρέσκεια.  Καλωσορίζω το άγνωστο και ανοίκειο, το ανασφαλές και εκκρεμές, την βαθύτερη γνώση της ζωής και του εαυτού μου που επιτρέπει όλα τα ενδεχόμενα.

Μοιάζει με πήδημα στο κενό. Θέλει κουράγιο, πίστη, ελπίδα, ανοιχτή καρδιά έτοιμη να δεχθεί το θαύμα. Θα το παλέψω. Λίγο κονιάκ, ένα τσιγάρο, λέξεις απλές στο χαρτί και μια προσευχή. "Πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία". 


No comments:

Post a Comment

Σχόλια